Κατέβηκα τη σκάλα, άνοιξα την εξώπορτα και βγήκα στο δρόμο. Κοίταξα στα δεξιά μου το αυτοκίνητο του ξαδέρφου μου και τον ίδιο να προσπαθεί να βρεί κάτι στο πορτ μπαγκάζ. Προχώρησα προς το μέρος του. Τον ρώτησα πού είναι η μάνα μου. Μέσα, σε μας είναι όλοι μαζεμένοι και με ένα νεύμα του κεφαλιού έδειξε το σπίτι τους.
Με ρώτησε τί γίνεται, πως πάει; Του είπα να πα να γαμηθεί και προχώρησα μέσα στο σπίτι. Άνοιξα την πόρτα και όντως ήταν όλοι εκεί, μαζεμένοι γύρω απο το τραπέζι. Καλώς τον, με μία φωνή όλοι μαζί. Θα κάτσεις για κανένα ουζάκι; Όχι πρέπει να φύγω, απάντησα. Κοίταξα τη μάνα μου και της είπα ότι θα δεν θα αργήσω να γυρίσω το μεσημέρι. Χαιρέτησα και έφυγα.
Κατέβηκα τη σκάλα, άνοιξα την εξώπορτα και βγήκα στο δρόμο. Κοίταξα στα δεξιά μου το αυτοκίνητο του ξαδέρφου μου και τον ίδιο να προσπαθεί να βρεί κάτι στο πορτ μπαγκάζ. Προχώρησα προς το μέρος του. Τον ρώτησα πού είναι η μάνα μου. Μέσα, σε μας είναι όλοι μαζεμένοι και με ένα νεύμα του κεφαλιού έδειξε το σπίτι τους.
Με ρώτησε τί γίνεται, πως πάει; Χαμογέλασα, θυμήθηκα, δεν απάντησα και προχώρησα μέσα στο σπίτι. Άνοιξα την πόρτα και όντως ήταν όλοι εκεί, μαζεμένοι γύρω απο το τραπέζι. Καλώς τον, με μία φωνή όλοι μαζί. Θα κάτσεις για κανένα ουζάκι; Κοντοστάθηκα λίγο, θυμήθηκα και απάντησα θετικά. Κοίταξα τη μάνα μου και της είπα να μου δώσει ένα ποτήρι. Το γέμισα με μπύρα και ευχήθηκα στην υγειά μας.